Ακολουθεί η ομιλία του κ. Ιωάννη Μαυρίδη:
Επιτρέψτε μου, Σεβασμιώτατε, και εκ μέρους όλων των φίλων και εν Χριστώ αδελφών του μακαριστού και αξέχαστου Λεωνίδα, να καταθέσω συνοπτικά ό,τι έχει αυτή τη στιγμή η καρδιά μου και όσα γνωρίσαμε κοντά του.
Οι περισσότεροι από εμάς τον ζήσαμε τον Λεωνίδα ως συμμαθητή, ως συνομαδόπουλο στο κατηχητικό στη Γ.Ε.Χ.Α. και την κατασκήνωση στη Βροντού, αλλά κυρίως ως φίλο και αδερφό. Μαζί κάναμε τα πρώτα σχολικά βήματα και μοιραστήκαμε τις χαρές και την ανεμελιά των παιδικών και εφηβικών χρόνων.
Ο Λεωνίδας ήταν πάντα χαμογελαστός, προικισμένος με την αρετή της ευγένειας και της διακριτικότητας, ήταν γνωστός σε όλους ως ο «Αγαθός Γίγαντας». Το επιβλητικό της όψης του, λίγο προέδιδε τον πραγματικό του χαρακτήρα. Κανείς δεν μπορούσε να πει κακό λόγο γι’ αυτόν. Για όλους διαθέσιμος, πάντοτε προσιτός, είχε μια καρδιά που τους χωρούσε όλους....
Εκείνο όμως που τον «σημάδεψε» αποφασιστικά στη ζωή του ήταν η κατασκήνωση στη Βροντού. Εκεί βρήκε, όπως και όλοι μας, το κοινό έδαφος για να δεθούμε περισσότερο, με σύνδεσμο την αγάπη για τον Χριστό. Αν μέσω του σχολείου γίναμε καλοί φίλοι, μένοντας στην κατασκήνωση μαζί για δύο και πλέον βδομάδες κάθε καλοκαίρι, γίναμε αδέρφια. Το κοινό τραπέζι, η χαρούμενη ατμόσφαιρα, η όμορφη παρέα, το ωραίο φυσικό περιβάλλον, το ομαδικό προσεγμένο παιχνίδι, οι προσευχές και τα τραγούδια χαράχτηκαν ανεξίτηλα στη μνήμη και στις καρδιές όλων μας. Αλλά οι στιγμές, που μας βοήθησαν να πάρουμε ιερές αποφάσεις για το μέλλον μας, και "έπαιξαν" αποφασιστικό ρόλο στην πορεία μας, ήταν οι πολλές και σημαντικές ευκαιρίες πνευματικής κατάρτισης και ζωής. Με τη συνειδητή συμμετοχή μας στα ζωοποιά μυστήρια, την εξομολόγηση και τη Θεία Κοινωνία, καθώς και στη βραδινή προσευχή, νιώθαμε πως πράγματι «του Θεού εσμέν». Έβγαινε από τα τρίσβαθα της νεανικής καρδιάς μας η απόφαση: το θέλημα του Θεού να ακολουθούμε και να υπηρετούμε.....
Πέρασαν αυτά τα χρόνια και με τη χάρη του Θεού και την ευχή Σας, Σεβασμιότατε, ήρθε και η δική μας σειρά να διακονήσουμε ως κατηχητές, ιερόπαιδες και αναγνώστες στην «άμπελο του Κυρίου». Ο ιδιαίτερα αγαπητός στα παιδιά Λεωνίδας, είχε μεγάλη αφοσίωση στο διακόνημα του κατηχητή και του ιερόπαιδα. Θυμόμαστε με πόση χαρά μας έλεγε σε ποιο χωριό διακόνησε ή πόσο ενθουσιάστηκαν τα παιδιά της ομάδας του με το θέμα και το παιχνίδι εκείνου του Σαββάτου. Τα καλοκαίρια δε στη Βροντού, στις περιόδους των κατασκηνώσεων, ζούσε μοναδικές στιγμές, ως υπεύθυνος ομαδάρχης πλέον. Με άψογη συνεργασία με τους υπευθύνους, και ανύσταχτη φροντίδα προσπαθούσε να εμφυσήσει στα μικρότερα παιδιά την αγάπη στο Χριστό, την Εκκλησία και την Πατρίδα μας, την Ελλάδα. Αιώνιες ιδέες και αξίες, που μας έδωσαν και οι παλαιότεροι ομαδάρχες μας. Παράλληλα με όλη αυτή τη διακονία του, σπούδαζε τη μαγειρική τέχνη που αγαπούσε πολύ και συχνά μοιραζόταν εμπειρίες από τα μαθήματα και τους συμφοιτητές του, που τους χωρούσε όλους στην καρδία του. Έψαχνε, όπως πάντα, στους ανθρώπους πράγματα που ενώνουν και όχι το αντίθετο.
Σε αυτή την ευλογημένη περίοδο της ζωής του ήταν που άρχισε η μεγάλη δοκιμασία της υγείας του. Το δυσάρεστο μαθεύτηκε πολύ γρήγορα και ομολογουμένως δεν ξέραμε πως να βοηθήσουμε... Μόνο αδελφική συμπαράσταση, σιωπή και προσευχή, μας συμβούλεψαν οι μεγαλύτεροι. Τον επισκεφθήκαμε στο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη. Δεν μπορούσε να κρύψει το πόσο χάρηκε που μας είδε. Ίσως, όσο χαρήκαμε και εμείς, που μοιραστήκαμε ξανά το γέλιο και το χαμόγελο, που εν πολλοίς μας είχε φύγει από τα χείλη, από τότε που μάθαμε τα δυσάρεστα. Λίγο καιρό μετά το εξιτήριο, η ζωή του φαινομενικά γύρισε στην κανονικότητα. Παρόλο που περνούσε έναν προσωπικό Γολγοθά, ποτέ δεν μίλησε με γογγυσμό για την περιπέτεια της αρρώστιας, ποτέ δεν παραπονέθηκε, ούτε και μας έδειξε ποτέ ότι πονάει. Τον θαυμάζαμε για το ψυχικό μεγαλείο του, την υπομονή και την υποταγή στο Θέλημα του Θεού!
Άξιο θαυμασμού ήταν το ότι, και στην περίοδο αυτή της ασθένειάς του ήθελε να συνεχίσει την προσφορά του στα κατηχητικά και την κατασκήνωση και ρωτούσε συνέχεια σε τί θα μπορούσε να βοηθήσει. Με πόση λαχτάρα περίμενε όλες αυτές τις ευκαιρίες για να συναντηθούμε! Στη βόλτα, στους κύκλους μελέτης Αγίας Γραφής και στην κατασκήνωση, περίμενε να πάρει μια ανάσα από τη δύσκολη θεραπεία. Μου έχει μείνει στη μνήμη μια βόλτα, από τις τελευταίες που κάναμε, στο πάρκο προ ολίγων μηνών. Μιλούσαμε για το μέλλον, τον άκουγα να κάνει μάλιστα σχέδια, δεν είχε χάσει καθόλου την ελπίδα του. Θαυμάσαμε την ψυχική του δύναμη και την πίστη του. Και ενώ θα έπρεπε εμείς να τον στηρίξουμε στην οδυνηρή δοκιμασία του, εκείνος, με την ηρεμία της ψυχής του και την αταλάντευτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, πολλαπλώς μας ωφέλησε.
Όταν οι δυνάμεις του εξασθένησαν και η αρρώστια τον έριξε στο κρεβάτι, τον επισκεπτόμασταν στο σπίτι. Ήταν εμφανώς καταβεβλημένος. Στις επισκέψεις μας αυτές νιώθαμε όντως μια γενική αμηχανία. Αλλά εκείνος μας ανέπαυε. Γιατί, μέχρι το τέλος της επίγειας πορείας του δεν έχασε την ευθυμία του. Τον κοιτούσαμε και τον θαυμάζαμε. Τι να πεις εξάλλου σε έναν τέτοιο αγωνιστή;
Στην τελευταία μας μάλιστα επίσκεψη καθίσαμε πολλές ώρες, μέχρι αργά. Ήταν ανήμερα Χριστουγέννων. Γιορτάσαμε πραγματικά Χριστούγεννα. Ψάλαμε, τραγουδήσαμε, χαρήκαμε τη χαρά της αδελφικής συντροφιάς. Ήταν από τις καλύτερες βραδιές που περάσαμε. Πού να γνωρίζαμε ότι τον βλέπαμε για τελευταία φορά!
Οι καλοί και σεβαστοί γονείς του, τα αδέλφια του, η σεβαστή γιαγιά του και η ακούραστη αγαπημένη θεία του, που με θυσιαστική αγάπη σήκωσαν τον βαρύ σταυρό της δοκιμασίας του Λεωνίδα, καθώς και οι λοιποί συγγενείς, και εμείς οι εν Χριστώ αδελφοί του, φίλοι και γνωστοί του, στερούμαστε της σωματικής παρουσίας του αγαπημένου υιού, αδελφού και φίλου μας. Ως στεφανωμένος όμως νικητής τώρα, στην ατελεύτητη χαρά της ουράνιας πραγματικότητας, πρεσβεύει στον αγωνοθέτη Χριστό για όλους εμάς. Παρακαταθήκη θα μένει το αξιομίμητο παράδειγμα του.
Αγαπητέ φίλε και αδελφέ Λεωνίδα, αιωνία σου η μνήμη!