Χωράει ο Θεός;

 

Χωράει ὁ Θεός;

Σ

ήκωσε τό χέρι μέ τήν λπίδα νά σταματήσει. ρα τώρα προσπαθε νά βρε ταξί. κίνηση εναι τρομερή καί κείνη χει δη καθυστερήσει. Ετυχς δηγός σταμάτησε. Μέχρι νά πιβιβαστε, ο κόρνες πό τά πίσω ατοκίνητα ορλιαξαν. Εχε καί τόσες σακκολες νά βάλει μέσα! Ξεφύσησε μέ νακούφιση, μόλις βολεύτηκε στό κάθισμα το ατοκινήτου. Καλησπέρισε τόν δηγό καί επε βιαστικά τόν προορισμό της. στερα κλείστηκε στίς σκέψεις της. Τό κεφάλι της βούιζε πό τό τόσο τρέξιμο τν μερν. Χριστουγιαννάτικες γορές, δρα, συνεννοήσεις γιά τό Χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν, ραντεβού γιά καφέ, γιά νά κλείσουν κοινωνικές ποχρεώσεις… Μιά ζαλάδα ατές ο μέρες… λλά εναι καί ραο, καθώς περιμένεις τίς διακοπές, τή φυγή πό τή μονοτονία, τή διασκέδαση, πού δέν χωροσε μέχρι τώρα στό πρόγραμμα.

Τό ραδιόφωνο στό ταξί παιζε στούς δικούς του ρυθμούς: « δικός μου θεός δέν χωράει σέ εκόνες…». στίχος τράβηξε τήν προσοχή της. « δικός μου θεός δέν χωράει σέ εκόνες…», τόν πανέλαβε μέσα της. Γιά ποιόν θεό νά μιλάει; Μλλον γιά σους καί σα μαγεύουν τήν καρδιά καί τήν κάνουν νά νομίσει πς βρκε τή χαρά, τό νόημα τς ζως. Σκέφτηκε πώς κι κείνη εχε πιστεέψει σέ πολλούς τέτοιους… «θεούς», πού τελικά τραυμάτισαν τή ζωή της. Κοίταξε γύρω τόν χριστουγεννιάτικο διάκοσμο… ξερε πό μικρή πώς ατή γιορτή, χει νά κάνει μέ τόν Θεό. μως, πουθενά γύρω δέν Τόν ντίκρισε. Οτε στίς βιτρίνες μέ τά πολλά φωτάκια, οτε στίς φίσες πού καλοσαν στίς χριστουγεννιάτικες κδηλώσεις το δήμου, οτε στίς χριστουγεννιάτικες κάρτες πού εχε γοράσει γιά νά στείλει στά γαπημένα της πρόσωπα. δικός της θεός! Ποιός εναι, στ’ λήθεια; στραπιαα ρθε στή σκέψη κενο τό κατηχητικό τν παιδικν της χρόνων… Δέν θυμται πολλά πό τότε, μόνο τά ραα κουλουράκια πού τούς μοίραζαν καί πώς μία κυρία τούς μιλοσε γιά τόν Θεό. Πολύ νωρίς, στά γυμνασιακά χρόνια, τό κατηχητικό, κκλησία, … Θεός δέν χωροσαν στό πρόγραμμα τς βδομάδος. Καί ξέκοψε καί ξέχασε… ρχονταν συχνά-πυκνά στή σκέψη καί κεντοσαν τή συνείδησή της κάποιες συμβουλές το πατέρα, κάποιες παλιές ποφάσεις πού ‘χε πάρει, καί πιο πολύ μιά φωνή πό τό βάθος τς καρδις της… Κι λα τς μιλοσαν γιά τά λάθη τς ζως της… τσι πού τά ‘χε κάνει… τό ‘νιωθε πώς Θεός δέν χωροσε στή ζωή της… Τό ταξί σταμάτησε. Εχε φτάσει. ρπαξε βιαστικά τίς σακκολες της καί κατέβηκε. Πρε μαζί της καί τό στίχο το τραγουδιο

***

Κόντευε νά ξημερώσει πιά. Τό εχαριστήθηκαν φέτος τό ρεβεγιόν! «Το ‘δωσαν καί κατάλαβε»! Καλί φαγητό, καλή παρέα! λα σα θά ‘θελε κάποιος γιά τή χριστουγεννιάτικη νύχτα. Μόλις βγκε στό σκοτεινό δρόμο, τή χτύπησε τό τσουχτερό κρύο. Σά νά ξύπνησε… κουσε καμπάνες νά χτυπον, κι ς ταν τόσο πρωί. Εδε κάποιες σιλουέτες βιαστικά νά περπατον καί νά κατευθύνονται πρός τόν κοντινό ναό. Θυμήθηκε τώρα μιά καθηγήτρια στό σχολεο πού τούς λεγε: «ταν γυρντε πό τό ρεβεγιόν, περάστε πό τήν κκλησία ν’ νάψετε να κεράκι. λα χωρνε στή ζωή…». Ζαλισμένη, δηγημένη περισσότερα πό κείνη τή φωνή μέσα της, στριψε στό δρόμο πού ‘φερνε στό ναό. Μπκε μέσα. συχία, μισοσκόταδο, φς λαρό πό τά καντήλια καί μιά γλυκιά μελωδία: « χώρητος παντί, πς χωρήθη ν γαστρί; ν κόλποις το πατρός, πς ν γκάλαις τς μητρός;». Στό κέντρο το ναο, σ’ να προσκυνητάρι στολισμένο μέ χειμωνιάτικα λουλούδια, εκόνα τς Γέννησης. σκυψε νά προσκυνήσει, καί θυμήθηκε τότε πού μικρό παιδί τεντωνόταν στίς μύτες τν ποδιν γιά νά φτάσει. Τό βλέμμα καρφώθηκε στό Θεο Βρέφος. « δικός μου Θεός…», νιωσε τήν καρδιά της νά μολογε. Ατός πού δέν Τόν χωράει κόσμος λος, πού σέ εκόνες δέν θά χωροσε… εχε χωρέσει σε μιά φάτνη ζώων! Τί παράδοξος Θεός! Πόσο ξεπερνάει τή λογική, πόσο πίστευτα μαγνητίζει τήν ψυχή! Κοίταξε γύρω στό ναό. δ χωροσε Θεός. Κι ταν δική Του παρουσία πού σκόρπιζε τόση γαλήνη, τόση συχία στήν ψυχή! Ατός πού δέν χωράει στούς χριστουγεννιάτικους διακόσμους, στά χριστουγεννιάτικα ρεβεγιόν… Ατός πού δέν χωροσε στό πρόγραμμα καί στή ζωή της… Ατός ταν δ! νιωσε πώς τήν περίμενε, πώς τήν καλωσόριζε στή φτωχική Του κατοικία, στή δική Του γιορτή… νιωσε τή γλυκιά Του Μητέρα νά τς προτείνει νά πάρει στήν γκαλιά της τό Θεο Βρέφος… Πόσο θά τό ‘θελε νά Τόν χωράει μέσα της… Τραβήχτηκε σ’ να στασίδι κι φησε τόν αυτό της νά χωρέσει στήν γκαλιά το δικο της Θεο

 

Περ. "Ἡ Δράσις μας"
Τεῦχος Δεκεμβρίου 2021

 


Δημοσίευση σχολίου (0)
Νεότερη Παλαιότερη