Όταν ακουμπάς τον Χριστό || Κυριακή Ζ' Λουκά 7/11/2021

 


οιος με ακούμπησε;

Περπατούσε ὁ Χριστός στούς δρόμους τῆς Καπερναούμ, καί ὁ ὅχλος ἀπό γύρω Τόν εἶχε περικυκλώσει. Συνωστισμός μεγάλος. Ὅλοι, βλέπεις, ἤθελαν να πλησιάσουν τόν Διδάσκαλο, νά δοῦν τήν ἁγία μορφή Του, νά πάρουν τήν εὐλογία Του, νά Τοῦ ἐκφράσουν το αἴτημά τους. «Συνέπνιγον αὐτόν», γράφει ὁ Εὐαγγελιστής. Τόν στρίμωχναν, Τόν πίεζαν ἀπό παντοῦ, Τόν συνέθλιβαν κυριολεκτικά. Μόλις πού κατάφερνε νά κάνει ἔνα βῆμα παραπέρα…

Μέσα σέ τοῦτο τόν συνωστισμό, νά καί μία γυναίκα. Ἄρρωστη ἦταν. Ἔπασχε ἐδῶ καί χρόνια ἀπό ἀκατάσχετες αἱμορραγίες, κι ἐνῶ εἶχε ἐπισκεφθεῖ πόσους γιατρούς, τίποτα δεν εἶχαν ἐκεῖνοι καταφέρει νά κάνουν, μᾶλλον χειρότερα πήγαινε ἡ κατάστασή της.

Ἄκουσε λοιπόν κι αὐτή γιά τόν Χριστό, καί δειλά, κρυφά, χωρίς νά τήν πάρει κανείς εἴδηση, ἦρθε ἀπό πίσω Του. Ντρεπόταν νά φανερωθεῖ μπροστά Του. Πῆγε πίσω καί γία μία στιγμή ἅπλωσε το χέρι της καί ἀκούμπησε «το κράσπεδον τοῦ ἱματίου» τοῦ Κυρίου, το ἄκρο τοῦ ἐνδύματός Του. Εἶχε πίστη ἡ γυναίκα καί ἔλεγε μέ τόν ἑαυτό της: «Μόνο νά Τόν ἀκουμπήσω, θά γίνω καλά». Κι αὐτοστιγμεῖ ἔγινε καλά.

Ὁ κόσμος ἐν τῷ μεταξύ δεν ἔπαυε νά συνωστίζεται γύρω ἀπό τόν Χριτό καί νά Τόν συμπιέζει φοβερά!...

-Ποιός μέ ἀκούμπησε;

Γιά μία στιγμή γύρισε τό κεφάλι Του ὁ Κύριος.

-Ποιός μέ ἀκούμπησε;

Καμιά ἀπάντηση.

Πάλι τήν ἴδια ἐρώτηση ὁ θεῖος Διδάσκαλος. Ὁπότε ἀναλαμβάνει νά ἀπαντήσει ὁ μαθητής Του Πέτρος.

-Διδάσκαλε, τί εἶναι αὐτή ἡ ἐρώτηση πού κάνεις; Ἐδῶ ὁ κόσμος κοντεύει νά σέ συνθλίψει ἀπό τήν πίεση, κι ἐσύ ρωτᾶς «ποιός μέ ἀκούμπησε;».

-Μέ ἀκούμπησε κάποιος. Ἐγώ κατάλαβα νά φεύγει δύναμη ἀπό πάνω μου.

Τότε ἡ γυναίκα, ἀφοῦ εἶδε ὅτι δέν μπορεῖ ἄλλο νά κρυφτεῖ, ἦρθε μπροστά Του καί μέ φόβο, πεσμένη στά γόνατα, Τοῦ εἶπε τί ἔγινε.

- Θάρρος, κόρη μου, τῆς ἀνταπάντησε ὁ Χριστός. Ἡ πίστη πού εἶχες σ’ ἔκανε καλά. Πήγαινε στό καλό, εἰρηνική καί ὑγιής ἀπό τήν ἀσθένεια πού σέ ταλαιπωροῦσε.


***

«ἥψατό μού τις»

Δέν εἶχε ἄρα δίκιο ὁ Πέτρος νά ἀπαντήσει ἔτσι στήν ἐρώτηση τοῦ Χριστοῦ; Δέν ἦταν πράγματι παράδοξη ἡ ἐρώτηση; Νά ρωτάει «ποιός μέ ἀκούμπησε» τή στιγμή πού κυριολεκτικά ἔπεφταν πάνω Του!

Ἀλλά φίλε μου, καταλαβαίνεις τώρα γιατί ἐπέμενε νά ρωτάει ἔτσι ὁ Χριστός μας. Διότι πολλοί Τόν στρίμωχναν, Τόν πίεζαν, ἕνας ὅμως, μιά γυναίκα, Τόν ἀκούμπησε. Οἱ ἄλλοι δέν Τόν εἶχαν κάν ἀγγίξει.

Καταλαβαίνεις τή διαφορά πού ἔχει τό πράγμα;

Σκέψου πῶς πλησίαζαν τόν Χριστό ὁ πολύς ὁ κόσμος και πῶς ἡ γυναίκα. Θυμήσου τί γίνεται πολλές φορές καί στίς μέρες μας στήν προσέλευση στή θεία Κοινωνία ἤ στήν ἀναμονή γιά τήν προσκύνηση κάποιου ἱεροῦ λειψάνου, ἤ τοῦ Τιμίου Σταυρού. Συνωστισμός, σύγχυση, ταραχή, ἔνταση, φωνές, διαπληκτισμοί…

Γεμίζουν οἱ ἐκκλησίες τίς μεγάλες γιορτές. Πόσοι ἀπό αὐτούς πού παρευρίσκονται προσεύχονται ἀληθινά; Καί πόσοι σωματικά μόνο εἶναι παρόντες, ἐνῶ μέ τό νοῦ τους βρίσκονται ἀλλοῦ, σέ χώρους πού καμιά σχέση δέν μποροῦν νά ἔχουν μέ τόν Χριστό…

Δέν προσεγγίζεται ἔτσι ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός προσεγγίζεται μέ τόν τρόπο πού Τόν πλησίασε ἡ γυναίκα ἡ αἱμορροούσα: μέ ταπείνωση, μέ πίστη, μέ εὐλάβεια, εἰρήνη, κατάνυξη, φόβο Θεοῦ. Ὅταν αὐτές οἱ ἅγιες διαθέσεις ὑπάρχουν μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τότε τό πλησίασμα κοντά Του -εἴτε μέ τήν προσευχή εἴτε μέ ἄλλον τρόπο- θά ἔχει ἀποτέλεσμα.

Σάν αὐτό πού εἶχε τό πλησίασμα τῆς γυναίκας: πού τράβηξε πάνω ἀπό τόν Χριστό τή θεραπευτική Του δύναμη, τή Χάρη, τήν εὐλογία Του! Μιά γιά πάντα…


"Μίλησέ μου Χριστέ"
Ἀρχιμ. Ἀποστόλου Τσολάκη
ἐκδ. "Ὁ Σωτήρ"


Δημοσίευση σχολίου (0)
Νεότερη Παλαιότερη