Κ |
άποτε ένας
βασιλιάς – άρχισε ο Κύριός μας να λέει την παραβολή- κάλεσε τους δούλους και
αυλικούς του, στους οποίους είχε αναθέσει τη διαχείριση των φόρων και εισπράξεών
του, και ζήτησε να του αποδώσουν λογαριασμό.
Του ‘φεραν
λοιπόν τότε μπροστά του έναν που χρωστούσε 10.000 τάλαντα, ποσό αμύθητο
(περίπου 1 δις ευρώ). Και επειδή βέβαια ήταν αδύνατο να πληρώσει το χρέος του,
διέταξε ο βασιλιάς να πουληθεί κι αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του,
και να κατασχεθεί όλη η περιουσία του. Έπεσε τότε ο δούλος εκείνος στα πόδια
και παρακαλούσε τον βασιλιά να τον λυπηθεί. Τον λυπήθηκε ο κύριός του και τον
άφησε ελεύθερο, χαρίζοντάς του επιπλέον και ολόκληρο το χρέος.
Καθώς όμως έβγαινε
έξω, συνάντησε έναν άλλον αυλικό, σύνδουλό του, ο οποίος του χρωστούσε εκατό
δηνάρια, δηλαδή 2.000 ευρώ. Τον σταμάτησε τότε και τον έπιασε απ’ τον λαιμό
απαιτώντας «εδώ και τώρα» την εξόφληση του χρέους:
-Δωσ’ μου
αμέσως ό,τι μου χρωστάς.
Έπεσε στα πόδια
του ο συνάδελφός του και τον θερμοπαρακαλούσε:
-Περίμενε λίγο,
δώσ’ μου μια παράταση χρόνου, και θα σου τα δώσω.
Καμιά κατανόηση
όμως εκείνος. Στα δικαστήρια κατευθείαν και μετά στη φυλακή, μέχρι να του
πληρώσει ό,τι του χρωστούσε!
Τα είδαν αυτά
οι άλλοι δούλοι, αυλικοί του βασιλιά, συνάδελφοι μεταξύ τους, και λυπήθηκαν πολύ.
Πήγαν αμέσως και τα γνωστοποίησαν στον κύριό τους.
Τότε εκείνος
οργισμένος προσκαλεί τον δούλο και του λέει:
-Πονηρέ άνθρωπε,
όλο το χρέος εκείνο, το υπέρογκο, σου το χάρισα, επειδή με παρακάλεσες. Δεν
έπρεπε και συ να λυπηθείς τον συνάδελφό σου, όπως σε λυπήθηκα κι εγώ;
Και αμέσως τον
παρέδωσε στους δημίους για να τον τιμωρήσουν μέσα στη φυλακή, μέχρις ότου εξοφλήσει
όλα όσα χρωστούσε (δηλαδή για όλη του τη ζωή).
-Το ίδιο θα
κάνει και σε σας ο επουράνιος Πατέρας μου -κατέληξε ο Κύριος- εάν δεν
συγχωρείτε ο καθένας σας τον αδελφό του μέσα από την καρδιά σας για όσα σας έχει
φταίξει.
***
«ὀφειλέτης μυρίων
ταλάντων / ἑκατόν δηναρίων»
Μύρια τάλαντα! Τόσα Τού χρωστάμε. Διότι κάθε αμαρτία μας είναι
βαρύτατο χρέος, αφού αναφέρεται στην ατίμητη ψυχή μας, η αξία της οποίας δεν
μπορεί να ισοζυγιασθεί με τα πλούτη όλου του κόσμου. Καταλαβαίνεις, φίλε μου, από
τι χρέος σε απαλλάσσει ο Κύριος, όταν γονατίζεις μπροστά Του στην Ιερά
Εξομολόγηση και με συντριβή Τού ζητάς να σε συγχωρήσει για τις αμαρτίες που
διέπραξες;
Τόσα Τού χρωστάς εσύ. Και ο άλλος πόσα χρωστά σε σένα; Ό,τι
βλάβη και να σου έχει κάνει, ό,τι κακό κι αν σου έχει προξενήσει, είναι μηδαμινής
αξίας μπροστά στα δικά σου χρέη προς τον Θεό. Εσύ χρωστάς στο Θεό, ενώ αυτός σε
άνθρωπο. Υπάρχει σύγκριση;
Να όμως που μετράμε τόσο μίζερα τα λάθη των άλλων! Κι επιπλέον,
συμβαίνει κάποτε να μη θέλουμε να συγχωρήσουμε τον διπλανό μας, που μας έβλαψε σε
κάτι. Ή να λέμε ότι τον συγχωρήσαμε, χωρίς όμως να το έχουμε κάνει μέσα από την
καρδιά μας. Στην περίπτωση αυτή μοιάζουμε με τον δούλο της παραβολής που
είδαμε. Ποιος δεν πιστεύει ότι η τιμωρία που τελικά του επιβλήθηκε ήταν δίκαιη;
Αν θέλεις, λοιπόν, αν θέλω να συγχωρεί ο Θεός τις αμαρτίες
μας, δεν έχουμε παρά να συγχωρούμε από την καρδιά μας τους άλλους.
Τα λόγια του Κυρίου είναι ξεκάθαρα. Άλλος δρόμος δεν
υπάρχει.
«Μίλησέ μου Χριστέ»
| ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ἀρχιμ. π. Ἀπόστολος Τσολάκης