«Σ΄ ἀγαπῶ καί ἀποθνήσκω» | Κυριακή πρό τῆς Ὑψώσεως 12/09/2021

 σταυρικἠ θυσία τοῦ Χριστοῦ φέρνει στήν μνήμη µου ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό πού σημειώθηκε τό 1940 στό μέτωπο, ἑπάνω στά σύνορα τῶν βορειοηπειρωτικῶν ὀρέων, ἐκεῖ πού ὁ ἑλληνικός στρατός ἔδωσε µάχες καί ἔγραψε λαμπρὲς σελίδες στήν ἱστορία τοῦ Ἔθνους µας. Τότε ἕνα παιδί πού τό εἶχε μονάκριβο ἡ χήρα µητέρα του, στρατεύθηκε καί βρέθηκε μπροστά στό μέτωπο, µπροστά στήν μάχη. Ἐντολή τοῦ τάγματος ἦταν ἕνα ὕψωμα νά καταληφθῆ σέ µιά βραδυά. Τό πρωῖ νά κυµατίζη ἡ ἑλληνική σημαία. Ἠταν στρατηγικῆς σηµασίας ἡ κορυφή αὐτή. Κάλεσε ὁ διοικητής τοῦ τάγματος τούς στρατιῶτες καί τούς εἶπε:

-Παιδιά, κάντε τόν σταυρό σας. Ἀπόψε εἶναι ἡ τελευταία βραδυά τῆς ζωῆς σας. Θά πέσετε στήν µάχη. Τό πρωΐ ἐπάνω στήν κορυφή θά κυµατίζη ἡ ἑλληνικῆ σημαία. Ἴσως πολλοί ἀπό ἐσᾶς νά µήν ὑπάρχετε στήν ζωή, ἀλλά θά ὑπάρχη ἡ Ἑλλάδα µας, ἡ Πατρίδα µας, ἡ δοξασµένη Πατρίδα.

Τότε ἑκατό παλληκάρια βγῆκαν ἀπό τήν γραμμή, παρατάχθηκαν στήν µάχη, πολέμησαν ὅλη τήν νύχτα, ἀλλά τό πρωΐ, πρίν ἁκόμη ὁ ἥλιος ἀνατείλη, στά µισά τοῦ βουνοῦ, τό παιδί τῆς χήρας μητέρας κείτονταν βαρειά πληγωμένο. Καὶ ὅταν ὁ ἥλιος ἀνέτειλε καί ἐπάνω στήν κορυφή κυµάτιζε ἡ ἑλληνική σημαία, τό παιδί αὐτό ἄφηνε τήν τελευταία του πνοή. Ἀνεζήτησε τήν μητέρα του, δέν τήν βρῆκε. Καὶ τότε, πληγωμένο βαρειά ὅπως ἦταν, ἔβγαλε µέσα ἀπό τό ἀμπέχονό του, ἕνα τσαλακωμένο χαρτί, ἔκανε τό δάχτυλό του πέννα, τό αἷμα του μελάνι καί ἔγραψε: «Μαννούλα µου, σ’ ἀγαπῶ. Ἀποθνήσκω».

Τήν ἡμέρα ἐκείνη στρατιῶτες συνάδελφοί του συγκέντρώσαν τούς ἤρωες νεκρούς. Ὁ διοικητής τοῦ τάγματος στα χέρια του κρατοῦσε ἕνα ματωμένο γράμμα. Τό ἔστειλε µέ ἕνα δικό του ἔγγραφο στήν μητέρα τοῦ ἤρωος νεκροῦ. Κα ἡ μάννα -ὤ, ἡ µάννα- ὅταν πῆρε τό γράµµα πού τῆς ἀνήγγειλε τόν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της, ἔκλαψε. Ὅταν, ὅμως, εἶδε τό γράµµα, τό τσαλακωμένο ἐκεῖνο γράμμα, πού ἦταν γραμµένο µέ τό αἷμα τοῦ παιδιοῦ της, σκίρτησε ἡ καρδιά της, ἀναθάρρησε καί εἶπε:

-Τό παιδί µου μ᾿ ἀγαποῦσε. Ἀγαποῦσε τήν Πατρίδα, ἀγαποῦσε ἐμένα. Καί μοῦ τό βεβαίωσε µέ τό αἷμα του. Δέν πρέπει νά κλαίω καί νά θρηνῶ ἕνα τέτοιο παιδί, πού µέ τό αἷμα του µέ βεβαίωσε γιά τήν ἀγάπη του.

Αὐτό, ἀδελφοί µου, ἔκανε καί ὁ Χριστός μας. Πάνω ἀπό τὸν Σταυρό, µέ τό αἷμα Του, μᾶς ἔστειλε ἕνα ματωμένο γράµµα, τό γράμμα τοῦ Εὐαγγελίου, µέσα στό ὁποῖο μᾶς γράφει: «Σ’ ἀγαπῶ καί γιά σένα θυσιάζοµαι». Ὅταν πονοῦμε καί ὅταν ὑποφέρουμε καί ὅταν βασανιζόµαστε καί ὅταν ἀρρωσταίνουμε καί ὅταν τά ἐμπόδια ἔρχονται τό ἕνα κατόπιν τοῦ ἄλλου, καί πάλι͵ καί πάλι, καί πάλι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ. Μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεός, ὅπως ἡ κλῶσσα τά κλωσσόπουλα. Μᾶς ἀγαπάει, ὅπως ἣ μάννα τό παιδί. Τί εἶπα; Περισσότερο καί ἀπό τήν μάννα, γιατί ὑπάρχουν µάννες πού στραγγαλίζουν τά παιδιά τους. Σημεῖα τῶν καιρῶν!

Ἔχουμε πολλά δείγµατα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ποῦ νά στρέψουµε τά βλέμματά µας καί νά µήν δοῦμε καί νά μήν συναντήσουμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; «Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν µή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰω. γ’ 16). Τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός πού ἔδωσε τὀν μονογενῆ Αὐτοῦ Υἱόν. Θυσιάσθηκε γιά μᾶς· γιά νά μᾶς λυτρώση καί νά μᾶς σώση. Ὅποιος πιστεύει στὀν Χριστό, αὐτός καί µόνο θά σωθῆ. Ὅποιος δέν πιστεύει στόν Χριστό, αὐτός δέν σώζεται. «Οὐ γάρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός τὀν υἱόν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὀν κόσμον, ἀλλ) ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ» (Ἰω. γ’ 17).

Ἑπομένως, ἀδελφοί µου, ὅποιος ἀγαπάει τὀν Θεό, θέλει νά Τόν ἔχη στήν ζωή του, στήν καρδιά του. Νά Τοῦ ἀνοίξη τόν δρόμο, νά βγάλη τούς ὀγκόλιθους τῆς ἁμαρτίας γιά νά περάση ὁ Χριστός, νά περάση µέσα στήν καρδιά του.

Καί ξέρετε, κάθε Κυριακή ἀνοίγει ὁ δρόμος, ὅταν ὁ Λειτουργός τοῦ Ὑψίστου λέγη: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε». Καί µέ τάξι, παρακαλῶ, καί συχία, χωρίς σπρωξίµατα καί χωρίς βιασύνη, νά περιμένουμε νά ἀγγίξουμε τά χείλη µας στήν Ἁγία Λαβίδα καί νά πάρουµε µέσα µας τόν Χριστό, νά γίνουμε Χριστοφόροι, νά γίνουµε Θεοφόροι.

Γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς μιλάει ὅλη ἡ φύσις, ὅλη ἡ πλάσις, ὅλα τά δημιουργήματα. Τά πουλιά, πού κελαηδοῦν τό πρωΐ, γιά τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς μιλοῦν, ἀδέλφια µου. Τά λουλούδια, µέ τό ἄρωμά τους τό μεθυστικό, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς μιλοῦν. Τό ρυάκι πού ρέει στό δάσος, µέ τό κελάρυσμά του, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς μιλάει. Ὁ φλοῖσβος τῆς θάλασσας, κι αὐτός γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς μιλάει.

Γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ὁμιλεῖ καί ἢ συνείδησις. Κα τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀναφέρεται.

Ὁ Θεός, λοιπόν, μᾶς ἀγαπᾶ. Ἐμεῖς, ὅμως, Τόν ἀγαποῦμε; Νά ἕνα ἐρώτημα. Ν᾿ ἀγαπήσουμε, λέγει ἡ ἐντολή, τόν Κύριό µας µέ ὅλες µας τίς δυνάµεις, τίς σωματικές καί τίς πνευματικές. Καί τόν πλησίον µας ὡς ἑαυτόν.

Βλέπετε, ἡ ἀγάπη σχηματίζει ἕναν σταυρό. Καθέτως καί πρὸς τά ἄνω, ὄρθια, ἀγαποῦμε τόν Θεό. Ὀριζοντίως καί πλαγίως ἀγαποῦμε τόν ἀδελφό. Ἔτσι, ὅταν ἀγαποῦμε τόν Θεό καί ἀγαποῦμε καί τὀν ἀδελφό, τὀτε ἔχουμε ἕναν σταυρὀ. Μποροῦμε νά ποῦμε κι ἐμεῖς αὐτό πού ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. β’ 20) […].


Ἀρχιμ. π. Θεόφιλος Ζησόπουλος (†2013)
"ΛΟΓΩΝ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ" Τόμος Δ'



Δημοσίευση σχολίου (0)
Νεότερη Παλαιότερη