Το Άγιο και Μέγα Σάββατο στις ενορίες τελείται το πρωί η θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου (μαζί με την ακολουθία του Εσπερινού), ενώ το βράδυ, πριν την τα μεσάνυχτα, η Παννυχίδα. Κατά τα μεσάνυχτα, στο μεταίχμιο μεταξύ του Μεγάλου Σαββάτου και της Κυριακής του Πάσχα, μετά την Παννυχίδα, τελείται η ακολουθία της Αναστάσεως, ο Όρθρος και η θεία Λειτουργία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ενώ το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα τελείται ο μεθέορτος Εσπερινός, γνωστό ως Εσπερινός της Αγάπης.

    Ας δούμε όμως με τη σειρά όλα τα μεγάλη και κοσμοσωτήρια γεγονότα που εορτάζουμε τις δύο αυτές ημέρες.

    Το Μέγα Σάββατο το πρωί μεταφερόμαστε ξανά στο γεγονός "της θεοσώμου ταφής και της εις άδου καθόδου του Κυρίου" που είχαμε επιτελέσει το προηγούμενο βράδυ. Τώρα όμως αντικρίζουμε το μυστήριο αυτό μέσα στην προοπτική της αναστάσεως.
    Ο τόνος της υμνολογίας είναι πιο χαρούμενος, κάποτε πανηγυρικός. Διότι εκτός από τα τροπάρια που αποτυπώνουν τον θρήνο του Άδη ο οποίος χάνει την κυριαρχία του στις ψυχές των νεκρών, ψάλλονται και αναστάσιμα τροπάρια, τα οποία μας προετοιμάζουν για τον πανηγυρικό εορτασμό της Αναστάσεως που θα ακολουθήσει το βράδυ. Κεντρική θέση στην Ακολουθία κατέχει ο θριαμβευτικός Ψαλμός: "Ανάστα, ο Θεός...", ο οποίος αποτελεί το προανάκρουσμα της αναστάσεως και εκφράζει την προσμονή της λυτρώσεως όλης της Κτίσεως από τη φθορά και τον θάνατο.

    Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, καθώς ξεκινά η Αγία και Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα, εορτάζουμε την ζωηφόρο ανάσταση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.
    Η εορτή αυτή ονομάζεται Πάσχα, λέξη που στα Εβραϊκά σημαίνει διάβαση. Στο ιουδαϊκό Πάσχα οι Ισραηλίτες γιόρταζαν τη θαυμαστή διάβαση των προγόνων τους μέσα από την Ερυθρά Θάλασσα και συνακόλουθα την απευλευθέρωσή τους από την σκλαβιά της Αιγύπτου. Στο χριστιανικό Πάσχα γιορτάζουμε την διάβαση, το πέρασμα των πιστών από τη δουλεία της αμαρτίας και του θανάτου στην ελευθερία της αληθινής ζωής, της ζωής της κοινωνίας με τον Θεό. Την ημέρα αυτή ο Αναστάς Κύριος ελευθέρωσε το ανθρώπινο γένος από τα σκοτεινά κελιά του Άδη και το ανέβασε στους ουρανούς. Γι' αυτό οι πιστοί, πλημμυρισμένοι από χαρά, εορτάζουμε με λαμπρότητα την ανάσταση, εικονίζοντας την άπειρη χαρά και ευλογία που δέχθηκε η φύση μας. Επίσης, για να εικονίσουμε την κατάλυση της έχθρας και την ένωσή μας με τον Θεό και τους αγγέλους, ασπαζόμαστε με χαρά ο ένας τον άλλο.
    Την Ανάσταση του Κυρίου βέβαια δεν την είδε ούτε την αντιλήφθηκε κανείς, ούτε καν οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο. Έγινε αθόρυβα, μάλλον λίγο μετά τα μεσάνυχτα.
    Ο υπερφυσικός μεγάλος σεισμός που συνέβη στον τάφο, συνδέεται με την κάθοδο αγγέλου που αποκύλισε τον λίθο από τη θύρα του μνημείου. Οι φύλακες έντρομοι είδαν τον άγγελο και άκουσαν το μήνυμα της αναστάσεως που ο άγγελος ανήγγειλε στις μυροφόρες γυναίκες. Κατόπιν κάποιοι από αυτούς ανέφεραν στους αρχιερείς όλα όσα συνέβησαν. Εκείνοι, τυφλωμένοι από τον φθόνο τους, δεν πίστεψαν, αλλά τους δωροδόκησαν, ώστε να διαδώσουν ότι οι μαθητές του Κυρίου έκλεψαν το νεκρό σώμα Του!
    Οι μυροφόρες γυναίκες είδαν πρώτες το μνημείο κενό και μετέφεραν το μήνυμα του αγγέλου, το μήνυμα της αναστάσεως, στους μαθητές. Αυτοί βέβαια δυσπίστησαν αρχικά. Πίστεψαν μόνο όταν τους εμφανίστηκε ο Αναστημένος το απόγευμα εκείνης της ημέρας.
    Και οι τέσσερις ευαγγελιστές διηγούνται την επίσκεψη στον τάφο από διάφορες ομάδες μυροφόρων γυναικών σε διαφορετικές ώρες και διάφορες εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου στους μαθητές του. Τέτοιες εμφανίσεις απαριθμεί και ο απόστολος Παύλος (βλ. Α' Κορ. ιε' 1-8).
   Ο αναστημένος Κύριος επανειλημμένα εμφανίσθηκε στους μαθητές του στο διάστημα των 40 ημερών από την ανάσταση μέχρι την ανάληψή του (βλ. Πράξ. α' 3), είτε σ' έναν ή, το συνηθέστερο, σε περισσότερους, πάντοτε ενώ ήταν ξύπνιοι, σε διάφορους τόπους (μέσα στο σπίτι ή στο ύπαιθρο, στην Ιερουσαλήμ και στη Γαλιλαία), σε διαφορετικές ώρες της ημέρας , από χαράματα μέχρι και σούρουπο, και όχι στιγμιαία. Συζήτησε μαζί τους, περπάτησε, κάποτε και έφαγε. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την αρχική δυσπιστία τους, τούς καθιστούν αξιόπιστους μάρτυρες της Αναστάσεως.

Η ανάσταση του Κυρίου, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Σταύρωσή του, αποτελεί τον μεγάλο θρίαμβο του Αρχηγού της πίστεώς μας. Εάν ο Κύριος δεν είχε αναστηθεί, γράφει ο απόστολος Παύλος, εμείς οι Χριστιανοί θα ήμασταν οι πιο αξιολύπητοι από όλους τους ανθρώπους, θα ήταν μάταιο και χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο το κήρυγμα της πίστεώς μας, αλλά και η ίδια πίστη μας (βλ. Α' Κορ. ιε' 12-20).
    Αλλά ο Κύριος αναστήθηκε! Αυτό σημαίνει ότι με τη σταυρική θυσία του Κυρίου και την ανάστασή του συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες μας, νικήθηκε ο θάνατος, του οποίου η δύναμη βρισκόταν στην αμαρτία. Ο Κύριος με τον ζωοποιό θάνατό και τη ζωηφόρο ανάστασή του "κατήργησε τον το κράτος έχοντα του θανάτου", τον διάβολο, που καταδυνάστευε τους ανθρώπου λόγω των αμαρτιών τους. Τον συνέτριψε, εκμηδένισε ουσιαστικά την κυριαρχία του επάνω τους. Αναστήθηκε ο Κύριος και μαζί του ανέστησε "παγγενή τον Αδάμ", όλο το ανθρώπινο γένος. Όλοι οι νεκροί θα αναστηθούν. Και όσοι πιστέψουν σ' Εκείνον, θα ζήσουν αιώνια μαζί του τρισευτυχισμένοι στη βασιλεία του.