Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 27 Σεπτεμβρίου 2020, Α΄ Λουκᾶ (Λκ. ε΄ 1-11)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ ᾿Ιησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας, ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· Ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος, καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων, εἶπεν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες, οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ, τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον, καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν τοῦ ᾿Ιησοῦ λέγων· Ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε. Θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ, ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον· ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα, ἠκολούθησαν αὐτῷ.

--------------------------

Δ

ύο ζεύγη ἀδέλφια -ψαράδες- ἔχουν ξανοίξει σέ μιά ἄκρη τῆς γραφικῆς λίμνης τῆς Γεννησαρέτ τά δίχτυα τους. Φύκια κι ἄλλων εἰδῶν ἄχρηστα πράγματα πού ρίχνονται στά νερά, ὑπάρχουν μπλεγμένα σ’ αὐτά. Μόνο ψάρια κανένα δέν ὑπάρχει οὔτε γιά δεῖγμα.

Οἱ ψαράδες: ὁ Σίμων -ὁ κατόπιν Πέτρος- κι ὁ ἀλελφός του Ἀνδρέας εἶναι βγαλμένοι ἀπό τό ἕνα ψαροκάικο∙ ἀπό τό ἄλλο ψαροκάικο εἶναι τά παιδιά τοῦ Ζεβεδαίου: ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης, πού παλεύουν κι αὐτοί συντροφικά γιά τόν ἴδιο σκοπό. Κατάκοποι εἶναι ὅλοι τους ἀπό τῆς νύχτας τό μόχθο καί τήν ἀγρυπνία, ἀλλά κι ἀπό τήν ἀποτυχία, τἠν ἀψαριά.

Τά καΐκια στέκουν πλάι πλάι, ἀκίνητα ἐκεῖ στήν ἀκρογιλιά.

Καθώς ἠ ὥρα περνᾶ, πλῆθος λαοῦ ἔχει ἐκεῖ καταφθάσει. Εἶχε διαδοθεῖ ὅτι εἶχε πρός τά ἐκεῖ κατευθυνθεῖ ὁ Κύριος. Τόν περικύκλωσαν λοιπόν, κι ἤθελαν νά τούς διδάξει. Ἀλλ’ ἔτσι ὅπως Τόν πίεζαν ἦταν ἀδύνατο νά Τόν βλέπουν οἱ πολλοί καί νά Τόν ἀκοῦνε.

Γι’ αὐτό ὁ Ἰησοῦς προχώρησε πρός τά καΐκια. Μπῆκε στό ψαροκάικο τοῦ Πέτρου καί τόν παρακάλεσε νά τό προχωρήσει πιό μέσα, γιά νά μποροῦν ὅλοι τους καθισμένοι στήν παραλία νά Τόν ἀντικρίζουν.

Ὁ Πέτρος μέ ἐξαιρετική προθυμία ἔκανε ἀμέσως ὅ,τι τοῦ ζήτησε ὁ Κύριος καί στάθηκε ἐκεῖ ν’ ἀκούσει κι αὐτός μέ σεβασμό τόν Κύριο πού δίδασκε.

Ὅταν τελείωσε ὁ Κύριος τή διδασκαλία Του, εἶπε στόν Πέτρο:

-Φέρε  τό πλοῖο σου στά βαθιά τῆς λίμνης καί ρίξτε τά δίχτυα γιά ψάρεμα.

Ὁ Πέτρος ἐντυπωσιάστηκε κι αὐθόρμητα ἀπάντησε:

-Διδάσκαλε, ὅλη τή νύχτα κοπιάσαμε καί δέν πιάσαμε τίποτα! Ὅμως ἀφοῦ Ἐσύ τό διατάζεις, μέ τέλεια πεποίθηση κι ὑπακοή στό λόγο σου, θά ρίξω τό δίχτυ.

«Ἐπιστάτα, δι’ ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες οὐδέν ἐλάβομεν∙ ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον». Κι ὁ λόγος ἔγινε ἀμέσως πράξη...

Μά τί εἶναι τοῦτο πού συμβαίνει στά δίχτυα;

Ἄρχισαν νά σπᾶνε. Δέν ἀντέχουν ἄλλο στό βάρος τῶν ψαριῶν πού ΄χουν μέσα τους κλείσει. Οἱ μισθωτοί βοηθοί τοῦ Πέτρου κι ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέας δέ φτάνουν γιά νά τά σηκώσουν. Ἀλλά καί τό καΐκι τους τόσα ψάρια δέ θά τά χωρέσει. Γυρίζουν τότε πρός τήν ἀκριγιαλιά καί κάνουν νοήματα στούς γιούς τοῦ Ζεβεδαίου νά ΄ρθουννά τούς βοηθήσουν.

Κι ἦρθαν ἐκεῖνοι γρήγορα. Κι ὅλοι μαζί ἀνέβασαν τό δίχτυ. Καί μέ τό πλῆθος τῶν ἐκλεκτῶν ψαριῶν πού ὁ Χριστός θαυματουργικά συγκέντρωσε σ’αὐτό, γέμισαν καί τά δυό καΐκια σέ σημεῖο πού νά κινδυνεύουν νά βουλιάξουν.

«...καί ἔπλησαν ἀμφότερα τά πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά».

Ὁ Πέτρος καί οἱ βοηθοί τοῦ καΐκιού του, καθώς ἀδειάζουν τόν πλούσιο θησαυρό τῆς θάλασσας, θαμπώνονται. Τό ἴδιο αἰσθάνονται κι ὁ Ἰάκωβος με τόν Ἰωάννη πού ἦταν συνέταιροι τοῦ Πέτρου.

«Θάμβος γάρ παριέσχεν αὐτόν καί πάντας τούς σύν αὐτῷ ἐπί τῇ ἄγρα τῶν ἰχθύων...»

Ἀλλ’ ὁ Πέτρος δέν ἀντέχει ἄλλο. Αἰσθάνεται μέσ’ στήν ψυχή του θαυμασμό, ἔκπληξη καί βαθύ σεβασμό! Μπροστά στή Μεγαλειότητα τοῦ Κυρίου νιώθει τόν ἑαυτό του τόσο μικρό, τόσο πολύ ἁμαρτωλό! Γι’ αὐτό πέφτει κάτω στά γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καί λέει μέ εὐλάβεια:

-Ἔβγα, Κύριε, ἀπό τό πλοῖο μου, γιατί εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός∙ εἶμαι ἀνάξιος νά Σέ ἔχω στό πλοῖο μου!

Ὅμως ὁ Κύριος τόν ἡσυχάζει:

-Μή φοβάσαι, τοῦ λέει. Ἀπό τώρα πού σέ καλῶ νά γίνεις ἀπόστολός μου, θά συνεχίσεις νά ψαρεύεις καί θά πιάνει ὄχι ψάρια, ἀλλά ζωντανούς ἀνθρώπους καί θά τούς ὁδηγεῖς μέ τό κήρυγμά σου στή σωτηρία καί τήν ἀληθινή ζωή.

«Μή φοβοῦ∙ ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν».

Τά λόγια τοῦ Κυρίου, τά τόσο πειστικά, μπῆκαν βαθιά μέσ’ στήν καρδιά, τόσο τοῦ Πέτρου καί τοῦ ἀδελφοῦ του, ὅσο καί στούς δύο γυιούς τοῦ Ζεβεδαίου. Κι ἀμέσως ξανάφεραν τά πλοῖα στήν ξηρά∙ τά παράτησαν ὅλα ἐκεῖ, χωρίς καθόλου νά ἐκμεταλλευθοῦν τό θησαυρό τῶν ψαριῶν πού μέ τοῦ Κυρίου τή δύναμη εἶχε συναχθεῖ, καί ἀκολούθησαν τό Χριστό.

«ἀφέντες ἅπαντα ἡκολούθησαν αὐτῷ».

***

Θαμπώθηκε! Γέμισε ἀπό ἔκπληξη καί δέν ἤξερε τί νά πεῖ ὁ Πέτρος.

Μόνοι τους, οἱ πολύμπειροι ψαράδες, εἶχαν ὅλη τή νύχτα ἐρευνήσει τή λίμνη παντοῦ. Κι ἤξεραν ὅλα τά μυστικά τῆς λίμνης καί τῆς ψαρικῆς τέχνης. Μά λές καί τά ψάρια εἶχαν πετάξει ἀπό κεῖ κι εἶχαν φύγει. Τέλεια ἡ ἀποτυχία!

Ὅμως τώρα μαζί μέ τόν Χριστό, στῆς μέρας τήν κάψα καί τή λαμπράδα, τό δίχτυ αρχίζει νά σχίζεται ἀπό τό βάρος τῶν ψαριῶν. Πῶς λοιπόν νά μή γεμίσει ἀπό ἔκπληξη ὁ πεπειραμένος ψαράς κι οἱ σύντροφοί του; Τό συμπέρασμα ἦταν ἐκπληκτικό: Τό ψάρεμα χωρίς τόν Χριστό βγῆκε ἄκαρπο! Μέ ἄδεια δίχτυα. Τό ψάρεμα μέ ὁδηγό τόν Χριστό, εὐλογία ἀνυπολόγιστη! Μέ γεμάτα τά δίχτυα.

Ἔτσι καί κάθε ἐργασία, ὁποιαδήποτε ἐργασία, ὁποιαδήποτε προσπάθεια: πνευματική, διανοητική ἤ χειρωνακτική, γιά νά πετύχει πραγματικά, θέλει νά γίνεται μαζί μέ τόν Χριστό. Τί θά πεῖ αὐτό; Νά γίνεται μέ ὑπακοή στό θέλημά Του. «Ἐπί δέ τῷ ρήματί σου»... Τότε ὁ Θεός χαρίζει τό θεῖο Του φωτισμό καί τήν εὐλογία Του πλούσια!

Ἄρχιζε τήν ἐργασία σου μέ προσευχή. Νά παρακαλεῖς τόν Κύριο νά εἶναι πάντοτε μαζί σου. Νά σέ φωτίζει καί νά σέ οδηγεῖ στή μελέτη σου καί σέ κάθε δυσκολία πού συναντᾶς στή ζωή σου. Φρόντιζε ἰδιαίτερα νά μην παραλείπεις τό καθῆκον τοῦ κυριακάτικου ἐκκλησιασμοῦ.

Πρῶτο καί κύριο καθῆκον ἄς εῖναι ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο. Ἡ χάρη Του καί ἡ εὐλογία Του τότε θά σοῦ χαρίζει πλούσιο τό θεῖο φωτισμό καί θά ὁδηγεῖ σέ σωστό δρόμο τή σκέψη σου.

Ὁ Κύριος ἀκόμη θά σέ δυναμώνει, ἄν τύχει νά εἶσαι κουρασμένος ἤ ἄν δέν εἶχες τήν ἐπιτυχία πού περίμενες, νά ξαναρχίσεις τήν ἐργασία σου ἀπό τήν ἀρχή. Νά τήν ἐπαναλάβεις, ὅπως ὁ Πέτρος, πού δέν ἀρνήθηκε νά ρίξει ξανά τό δίχτυ καί μάλιστα σέ ἀκατάλληλη ὥρα. Ὁ Πέτρος ὑπάκουσε στόν Χριστό∙ καί ὁ Χριστός θαυματούργησε.

Ἔτσι κι ὁ δικός σου κόπος μέ τόν Χριστό βοηθό σου θά εἶναι πλούσια εὐλογημένος. Καί σύ, μέ τή σταθερή πίστη σου στόν Χριστό καί τήν ὑπακοή σου στό θέλημά Του, θά μπορέσεις νά ἀναδειχθεῖς ἄνθρωπος χρήσιμος στό περιβάλλον σου καί γενικά στήν Πατρίδα μας.



ἀπό τό βιβλίο "Κάθε Κυριακή ἕνα μήνυμα!"